Αρχική Διεθνη Οπου κι αν γυρίσουμε θα δούμε σε ποιάν Αγιά Σοφιά πιστεύουμε…Και στο...

Οπου κι αν γυρίσουμε θα δούμε σε ποιάν Αγιά Σοφιά πιστεύουμε…Και στο ναό-καθρέφτη μας θα δούμε τους ειδωλολάτρες…

1628

 

 

ΤΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΥ ΝΤΑΣΚΑ

Οι πολλαπλές ιουλιανές πολιτικές επέτειοι, υπό την ιδιομορφία της παρούσης
ταραχώδους περιόδου, παρέχουν την αφορμή, και σε ορισμένες περιπτώσεις υποχρέωση,
για αναθεωρήσεις, αυτοκριτική και αλλαγή πορείας.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1980 μέχρι σήμερα ανδρώθηκε στην Ελλάδα μία
ολόκληρη γενιά εν μέσω πρωτοφανών εξελίξεων. Το τέλος του διπολισμού μεταξύ
ελεύθερου και σοσιαλιστικού κόσμου επέτρεψε την αδιαφιλονίκητη παγκόσμια
αμερικανική ηγεμονία, που, υπό την ατομιστική-μηδενιστική μετεξέλιξή της, προσέλαβε
τον ευφημισμό «παγκοσμιοποίηση». Η διάχυση της ευημερίας σταθεροποίησε τον
κοινοβουλευτισμό και το ελληνικό πολιτικό σύστημα. Ταυτοχρόνως, συνεχίστηκε η
διάβρωση συλλογικών αξιών και οραμάτων μέσα από τον αναξιοκρατικό και χυδαίο τρόπο
αυτής της διάχυσης, που προστέθηκε στον εξευτελισμό τους από την χουντική μικρόνοια,
βαρβαρότητα και προδοσία. Η κρίση των Ιμίων και η επικύρωση της ελληνικής ήττας με την
Συμφωνία της Μαδρίτης περίμεναν στον πυθμένα αυτής της διάβρωσης. Η Ελλάδα άρχισε
έκτοτε να ανασυντάσσεται με βάση το «εκσυγχρονιστικό» και «ευρωπαϊστικό» πρότυπο,
θέτοντας υπό άκριτη περιφρόνηση τους ακρογωνιαίους λίθους της ελληνικότητας και της
χριστιανικής Ορθοδοξίας, που θεωρήθηκαν ως παρωχημένα εμπόδια προς την δυτική
πατροκτονική ομογενοποίηση και είχαν ήδη προ πολλού υποχωρήσει ψυχικά μέσα από τον
«εκδημοκρατισμό» της ολοένα βαθύτερης διαφθοράς και το εμφυλιοπολεμικό τραύμα. Η
πρωτόγνωρη και οργιαστική (για κάποιους) οικονομική ευμάρεια της δεκαετίας του 2000
έδωσε την θέση της στην πρωτόγνωρη εν καιρώ ειρήνης και ομαλότητας χρεοκοπία της
δεκαετίας του 2010.
Την ίδια στιγμή, ο κόσμος συνέχισε να μεταβάλλεται ραγδαία: Η αμερικανική
ηγεμονία άρχισε να κλονίζεται, το διεθνές περιβάλλον κατακλύστηκε από έναν
συντριπτικό, συντονισμένο από πανίσχυρα κέντρα και ολοένα επιθετικότερο μηδενισμό με
ορατές νέες μορφές τυρρανίας. Στον ραγδαίως καταρρέοντα πρώην χριστιανικό κόσμο,
έθνη, θρησκείες, συλλογικές –εκτός της ηγεμονικής «πολιτικής ορθότητας»- ταυτότητες
αποσυντίθενται και καταπιέζονται και ήδη πλέον, στην εποχή του μίσους και του φθόνου
κατά του παρελθόντος και της κλασσικής και χριστιανικής κληρονομιάς, αποσυντίθεται και
το ίδιο το άτομο μέσα από την δικαιωματιστική αποθέωσή του, η οποία πλέον στρέφεται
ευθέως κατά του ανθρώπου και της ελευθερίας και αξιοπρέπειάς του. Ανάμεσα αφενός
στην ανάδυση του φάσματος ολοσχερούς εξαφάνισης εξαιτίας της οικολογικής κρίσης και
της προϊούσας σύγκρουσης ανθρώπου και φύσης και αφετέρου της αυτονόμησης και
κατίσχυσης της τεχνόσφαιρας επί της βιόσφαιρας, ανατέλλει η αποκαλυπτική προοπτική
μίας πλήρους απανθρωποποίησης.

 

Η ειδωλολατρεία στον ναό του καθρέπτη μας απολήγει
πλέον ολοφάνερα στην οριστική μας έκλειψη.
Σε αυτό το εξαιρετικά δυσδιάγνωστο και δυσχερώς αντιμετωπίσιμο παγκόσμιο
πλαίσιο, με την μετάβαση από τις πολυτελείς προσδοκίες της δεκαετίας του 2000 στην
οργή, την ματαίωση και την βίαιη είσοδο στο πολιτικό προσκήνιο της μέχρι πρότινος
απαθούς στην διαφθορά και αδιάφορης για την παρακμή μάζας κατά την δεκαετία του
2010 συνέπεσε η εδραίωση του Διαδικτύου και των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, μετά
από δεκαετίες carpet bombing τηλεοπτικής ευτέλειας. Τα πτυχία για (σχεδόν) όλους

συνοδεύτηκαν και από μία θέση στο βήμα για (σχεδόν) όλους. Ο δημόσιος λόγος έγινε
φθηνός στην πρόσβαση και ακόμη φθηνότερος στην ποιότητα. Ποτέ η δημοσίευση δεν
ήταν ευκολότερη και αμεσότερη, το κοινό της ευχερέστερα προσβάσιμο, η ασφάλεια της
οθόνης, και συχνά της ανωνυμίας, περισσότερο παραπλανητικά καθησυχαστική. Ο
ψηφιακός δημόσιος λόγος υποτάχθηκε σε υπερβολικό βαθμό στην ιδιωτική επιδίωξη της
αυτοδικαίωσης, της αυτοπροβολής, της υποδύσεως ηρωικών και άλλων ρόλων, της
κατίσχυσης επί του αντιπάλου, της εκτόνωσης παθών, της εξυπηρέτησης ιδιοτελών ή και
πλήρως αθέμιτων σκοπών πάσης φύσεως. Άγνοια, διογκωμένος ναρκισσισμός,
πεποιθήσεις που ποτέ δεν δοκιμάστηκαν στην βάσανο της πραγματικότητας,
αδιαπραγμάτευτες και άγριες αξιώσεις σε κάθε είδους δικαίωση. Χιλιετίες πολιτισμικής
εξέλιξης έμοιαζαν να έχουν ως απροσδόκητη κληρονομιά την χορηγία απεριόριστης
απήχησης στην ανοησία, την κακότητα και την άγνοια. Με αυτά τα εφόδια κληθήκαμε να
αντιμετωπίσουμε το τέλος μίας συλλογικής φαντασίωσης αέναου παρασιτισμού, την
είσοδο σε μία αλυσίδα κρίσεων χωρίς ορατό τέλος και ταυτοχρόνως την προσωπική και
συλλογική μας εξέλιξη.
Δεν ήταν βέβαια όλα λάθος. Η κατακρήμνιση των θεμελιωδών όρων του κοινού
μας, του ιερού και της συλλογικής μας ταυτότητας, οδήγησε πράγματι σε όσα προέβλεψαν
οι αποσυνάγωγοι ως επάρατοι οπισθοδρομικοί καταστροφολόγοι. Η φαυλότητα είναι
αναγκαίος όρος της πτώχευσης σε καιρό ειρήνης και ομαλότητας και ήταν ήδη
καταθλιπτική πριν από την πτώχευση. Μεγάλο μέρος της κοινωνίας πλήρωσε τίμημα που
δεν αναλογούσε στις ευθύνες του και η αγανάκτησή του είχε πραγματική βάση.

Οι
μηχανισμοί εξουσίας κινήθηκαν ανάμεσα στην απόδραση με την λεία ανά χείρας, την
ελαφρότητα της καθολικής ανεπάρκειας και την περιχαρή περιαγωγή της χώρας σε
καθεστώς επιτροπείας υπό εξαιρετικά σκοτεινές συνθήκες. Στο κρίσιμο διάστημα μεταξύ
Νοεμβρίου 2011 και τέλους του 2013, ενώ ο δημόσιος λόγος μας ενέδωσε στην
μεταπολιτευτική μυθολογία του ριζοσπαστισμού και της παράκαμψης της
πραγματικότητας μέσω του ενστικτώδους εναντιωματισμού και του λαϊκίστικου
ψευδορομαντισμού, αλλά και στην θωπεύουσα συνομιλία με την αποδομητική μανία του
φυγόπονου τυχοδιωκτισμού και του φονικού φθόνου, διατηρήθηκε ο στοιχειώδης (όχι
παραπάνω) πραγματισμός ώστε να παραμείνει η χώρα στον ανεπτυγμένο κόσμο. Ακόμη
και σε εκείνο το περίφημο διάστημα μεταξύ των διπλών εκλογών του 2012, όταν η
εθνοκεντρική αντισυστημική αναδίπλωση υπήρξε πιο επιτεύξιμη και πιο εύλογη από ποτέ,
επεκράτησε η διαύγεια να αναγνωρίσθεί η ανεπάρκεια και η επικινδυνότητα των φορέων
της. Παρότι το ναρκισσιστικό δηλητήριο διαπότιζε και τροφοδοτούσε την
αντιδραστικότητα, η θεμελιακή αναζήτηση για αλήθεια και δικαιοσύνη υπήρξε, στην
υλοποίηση της, τόσο ειλικρινής πόθος όσο και ασύγγνωστη πλάνη.
Αν όμως δεν λυθούν εντίμως και χωρίς αδιάφορες περιαυτολογίες οι λογαριασμοί
με το παρελθόν, δεν είναι δυνατή η διεκδίκηση ενός φωτεινότερου μέλλοντος. Η τέχνη του
εφικτού τιμωρεί σκληρά την ηθικολογία και ανταμείβει την ηθική της πράξης και της
ευθύνης. Η επίκληση αυτοαπονεμηθέντων ηθικών πλεονεκτημάτων είναι καθαυτή ηθικώς
ελλειμματική, η βάση κάθε φανατικής υπερβατικής βίας, ακόμη και άσχετα από τον αριθμό
των κεφαλαίων του Ποινικού Κώδικα πέραν του κατά της ιδιοκτησίας, ακόμη και πριν
επιβεβαιωθεί ως πλήρως υποκριτική και ως προς αυτό το τελευταίο. Όσες δεκαετίες
συστηματικής παραχάραξης και αποσιώπησης και αν μεσολαβήσουν, οι πρωτεργάτες και
κήρυκες του ολέθριου διχασμού δεν μετατρέπονται σε καθοδηγητικούς φάρους από μόνη

την (ευτυχή) ήττα τους. Η αρετή χτίζεται πάνω σε επίμονη, σκληρή εργασία και όχι σε
ηρωικές χειρονομίες ρομάντζων και εργαλειοποίηση συμβόλων ορθωμένων με το αίμα
(ενίοτε και με το ψέμμα) άλλων. Η δημοτικότητα σε καιρούς ολικής σήψεως δεν είναι
τεκμήριο αξίας ή επιτυχίας. Ο μυκτηρισμός και η αποδόμηση δεν οικοδομούν έναν άλλον
εφικτό κόσμο. Σπαράγματα αναγνωσμάτων και αθροίσματα πληροφοριών δεν συγκροτούν
γνώση. Ευφυείς και καταρτισμένοι χειρισμοί μίας όποιας τεχνικής γλώσσας δεν
συγκροτούν παιδεία. Οι πεποιθήσεις δεν έχουν καμιά αξία αν δεν δοκιμάζονται στην
πραγματικότητα. Αν δεν αξιολογούνται με βάση την πραγματικότητα, παύουν να είναι
πεποιθήσεις. Γίνονται προφάσεις, απωθήσεις, αρνήσεις.
Οι ευθυγραμμίσεις στα δόγματα των χώρων και οι (αντί-)κονφορμισμοί δεν
συγκροτούν ιδεολογία και η αδάπανη καταγγελία των συμβιβασμών, σε διαρκή
αλληλοδιαδοχή με την πλέον αναίσχυντη δουλοπρέπεια στους «ταγούς της χειραφέτησης»,
δεν συνιστά πλέγμα αρχών και ελευθερία πνεύματος. Αλλά και η άγνοια και η
αυτοπεριθωριοποίηση από το υπαρκτό πεδίο δεν παράγουν τίποτα άλλο από απομόνωση
και αυτοεξουδετέρωση. Η συνετή και ευγενής ιεράρχηση των ζητημάτων είναι το κορυφαίο
καθήκον και η λυδία λίθος για κάθε σκέψη, πολιτική ή άλλη. Ο λυρισμός και η
διανοουμενίστικη αισθητικοποίηση της σκέψης δεν παρέχουν διανοητική ανωτερότητα,
παρ’ όλες τις κωμικές αξιώσεις τους. Η άγνοια και η απαιδευσία δεν θεραπεύονται με
συγκαλύψεις, ούτε με συγκεχυμένες αθροίσεις αποσπασματικότητας εκτός πλαισίου,
περιεχομένου και σκοπού αλλά με συστηματική μελέτη και εργασία. Τα αβυσσαλέα
ρήγματα της ελληνικής κοινωνίας δεν θεραπεύονται με καλές προθέσεις και μονομερείς
χειρονομίες προσέγγισης ανάμεσα στο άσπρο και στο μαύρο, ούτε με τον αυτοματισμό της
ιστορικής νομοτέλειας. Η άγνοια των ταυτοτικών αρμών κάθε χώρου δεν θεραπεύεται με
ιδεολογική καινοτομία. Οι φανατισμοί δεν αμβλύνονται με ασκήσεις πειθούς και
μαθηματικές αποδείξεις. Οι κοινοί τόποι δεν αναζητούνται στους κοινούς εχθρούς.
Ανάμεσα στην διεθνή πολιτική και την ατομική πράξη μεσολαβεί πλήθος επιπέδων που δεν
παρακάμπτεται με βολονταρισμό και συνθηματολογία, με πνευματικά νωθρούς και
χυδαίους αναχρονισμούς, με ποδοσφαιροποιήσεις, με ηρωική μυθολογία, με
προκρούστειες απλουστεύσεις, με δαιμονοποιητικούς αυτοματισμούς κληρονομικής
εχθροπάθειας. Ο κόσμος αλλάζει με ιλιγγιώδη ταχύτητα, αλλάζει όμως ταυτόχρονα και
στην μικρή κλίμακα, στην κλίμακα του εαυτού. Αθόρυβα, αόρατα, επώδυνα, ανορθωτικά ή
διαβρωτικά, τα κενά μας δεν μένουν ποτέ ίδια αλλά επουλώνονται ή διογκώνονται,
ανάλογα με τις επιλογές μας.

 

Το κενό δεν καλύπτεται με κραυγές, ούτε με καταστρεπτική
μανία, ούτε με θεσιθηρίες και διαδρομισμούς, ούτε με τον μπάρμπα στην Κορώνη, ούτε με
το επώνυμο, ούτε με κληρονομημένες δάφνες, αλλά με ουσία και περιεχόμενο. Όταν αυτό
το περιεχόμενο απουσιάζει, η σιωπή μπορεί να είναι ό,τι πιο μεστό διαθέτουμε ως μέσο
έκφρασης. Όχι η αυτάρεσκη ή νωθρή ή φοβική σιωπή. Αλλά η εξωτερική όψη μίας
απόπειρας αυστηρού και ασυμβίβαστου αυτοελέγχου, μίας πυθαγόρειας άσκησης στην
ουσία αντί του θορύβου. Ενθυμούμενοι πάντοτε ότι δεν υπάρχει κανένα όφελος να είσαι
σύννεφο, αν δεν βρέξεις ποτέ.
Στον καιρό του αλαζονικού και νηπιώδους αντισυστημισμού μας υπήρχε η πολυτέλεια να
αγνοούνται όλα αυτά, όσο υπήρχε ακόμη καύσιμο στην εμμονική, ναρκισσιστική μας
προσκόλληση σε ουτοπικές ονειρώξεις, σε φοβικές ή απεγνωσμένες απωθήσεις. Δεν ήταν
βέβαια αναγκαίο να φθάσουμε σε εκείνη την αλησμόνητη ιουλιανή παρωδιακή πόζα
αντίστασης, όπου τίποτα δεν ήταν αληθινό εκτός από το μίσος και τον αυτάρεσκο

μηδενισμό, για να έλθουμε αντιμέτωποι με την πραγματικότητα. Η ζωή έχει τον επιεική
τρόπο της να αποσύρει εγκαίρως από τους οφθαλμούς το μαύρο πέπλο της διαστρέβλωσης
των πάντων. Χρειάστηκε όμως αρκετά περισσότερος χρόνος για να αντιληφθούμε σε πόσο
μεγάλο βάθος πρέπει να σκάψουμε για να αναζητήσουμε τον εαυτό μας, που θάφτηκε
κάτω από τόνους ψεύδους και ασημαντότητας.

Μέσα στον τέλειο εξευτελισμό μας, έχουμε
την ευλογία να ζούμε σε έναν τόπο, στον οποίο, όπου και αν γυρίσουμε, όπου κι αν
σκάψουμε, κάποιο σκαλισμένο μάρμαρο, κάποια εξαίσια μορφή, κάποια χαραγμένα
γράμματα που γλυτώνουν από την καταστρεπτική μανία, βαρβαρότητα και απληστία θα
μας θυμίσουν ποιοι είμαστε, σε ποιάν Αγία Σοφία πιστεύουμε, ποιάν Αγία Σοφία
επιχειρούν οι εχθροί μας με κάθε τρόπο να εξαφανίσουν. Τι σημαίνουν άραγε αυτές οι
λωρίδες του «Ελευθερία ή Θάνατος», τι σημαίνει ο λευκός Σταυρός. Η οδός δεν χρειάζεται
να ανακαλυφθεί από το μηδέν, που απορροφά τα πάντα γύρω μας. Έχει γνωσθεί και
επισημανθεί από τους πατέρες μας, ξανά και ξανά, αλλά πάντα διακριτικά, σχεδόν
ψιθυριστά. Το λοιπόν, όσο είναι καιρός, εὖ πράττωμεν.